wood$92342$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

wood$92342$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
WOOD; WOOD (disambiguation); Wood (album); Wood (song)

wood      
v. ξυλεύομαι
wood engraving         
  • Garb and weapons of the [[Ku Klux Klan in Southern Illinois]], August 1875, photo made into a wood engraving.<ref>“Illinois Outlawry," ‘’The St. Louis Republican,’’ August 23, 1875, page 5</ref>
  • ''The [[Tench]]'', ''[[A History of British Fishes]]'' (1835), by [[William Yarrell]]
  • 216x216px
  • Example of a 16th-century woodcut, ''[[Dürer's Rhinoceros]]'', by [[Albrecht Dürer]], 1515
  • burin]]s), used in wood engraving
PRINTMAKING TECHNIQUE
Wood engraver; Wood Engraving; Wood-engraving; Wood engravings; Wood-engraver; Wood-cut engraving
ξυλογραφία
wood wool         
PACKING MATERIAL
Wood wool (excelsior); Excelsior (wood wool); Wood Wool
n. ξυλοβάμβακας

Ορισμός

the wood
wooden barrels used for storing alcoholic drinks.

Βικιπαίδεια

Wood (disambiguation)

Wood is a natural material produced by the growth of plants, mainly trees and shrubs.

Wood may also refer to: